Πέμπτη 13 Μαΐου 2010

θέλω να κάνω λάθος

όσο η χώρα θα βουλιάζει στη μιζέρια της, τόσο πιο απαθής θα δέχεται τα ολοένα και πιο αυστηρά μέτρα εξαθλίωσης που θα της επιβάλλουν. το καθεστώς της ατιμωρησίας και τη μελαγχολία της πεποίθησης πως"τίποτα δεν αλλάζει" (προς τη σωστή κατεύθυνση)
σαν μια άνωθεν μοίρα.
νομίζω πως το ξέρουν "εκείνοι" αυτό.
είναι ένα παιχνίδι ψυχολογίας.
να μετατρέψεις τον άλλον σε κάτι άβουλο και να τον κάνεις στο τέλος να πιστεύει πως φταίει εκείνος για ό,τι γίνεται ή πως αυτή είναι η μοίρα του
όσο πιο αργή είναι αυτή η διαδικασία, τόσο καλύτερα πετυχαίνει

θα ήθελα να ήμουν πιο αισιόδοξη. να διαψευστώ. θα ήθελα να με εκπλήξει μια δύναμη απρόσμενη. ενός λαού που αποκτά συνείδηση ας πούμε ή η δύναμη μιας εξεγερμένης νεολαίας. αλλά δυστυχώς αυτή απέκτησε φιλικές σχέσεις με το κατεστημένο, έγινε όμοια με αυτό και χάσαμε τη μοναδική δύναμη που έχει την ικανότητα να αντιδρά. μου μοιάζει ναρκωμένη και δεν ξέρω αν σηκώνει απεξάρτηση ή αν είναι μια χαμένη υπόθεση .
ακόμη κι όταν εκδηλώνει οργή, είναι μια τυφλή οργή. χωρίς συγκεκριμένο εχθρό.
σαν να πυροβολείς στο άπειρο με την ελπίδα να πετύχεις το στόχο...ή χωρίς καν ελπίδα.
σαν να πυροβολείς απλά και μόνο επειδή κρατάς το όπλο.


θέλω να κάνω λάθος. γιατί τότε θα υπάρχει ακόμα ελπίδα.

αυτές τις μέρες μου'ρχονται συχνά τα λόγια του Χατζιδάκι στο νου, από εκείνο το ντοκυμαντέρ που παρακολούθησα πριν ακριβώς ένα χρόνο. (ένας χρόνος που μοιάζει να είναι από μιαν άλλη εποχή, από έναν άλλον κόσμο)
κάποιοι  τα καταφέρνουν να είναι πάντα επίκαιροι. έστω και αν για πολλούς δεν είναι εποχές για ποίηση.

"...Σηκώθηκα απ΄ το πιάνο και πλησιάζω τον καθρέφτη. Ήμουνα ξαναμμένος. Είδα το είδωλό μου να κρατά φτερά του παγωνιού και δροσερούς καρπούς του Θέρους. Κι είπα από μέσα μου: Είμαι ο Λαχειοπώλης τ΄ Ουρανού. Μοιράζω αριθμούς σε ξωτικά κι αγγέλους.

Κι αποφασίζω ευθύς την πιο μεγάλη μου πράξη. Σκόρπισα τα λαχεία μου στους γαλαξίες και στο άπειρο. Έτσι δεν θά ΄ναι δυνατό κανείς να ξαναδημιουργήσει, να πράξει το καλό -που λεν- ή το κακό. Σπατάλη η απόφασή μου, μα ο κόσμος πάει για να χαθεί.

Το λεω για να τ΄ ακούν οι νέοι, και να σκορπίσουν τα λαχεία τους κι αυτοί, όπου μπορέσουν κι όπου βρουν. Να μην τ΄ αφήσουν κέρδος στους πολλούς. Έτσι τουλάχιστον, θα κατακτήσουμε τη δυνατότητα να μας φοβούνται. Ποιους; Εμάς, τους ποιητές.

Μια και δεν είναι δυνατό να μας εντάξουν στα συρτάρια τους, σ΄ ό,τι μπορούν να ελέγξουνε και να προβλέψουν οι ανερχόμενοι πολλοί. Τους φοβερίζει η άρνησή μας να δεχτούμε φάκελο, κατάταξη, τάξη κι αριθμό. Τους φοβερίζει η άρνησή μας να ενταχθούμε στις ομάδες αυτών που όταν κοιμούνται, τα χέρια τους είναι από μέσα ή απ΄ έξω από το πάπλωμα.

Γιατί τα χέρια τα δικά μας την ώρα του ύπνου, ζωγραφίζουν ελεύθερα τους ανέμους, με χρώματα και με σχηματισμούς πτηνών, και μας τοποθετούν παντοτινά μες στους αιώνες, με την αθάνατη κι ερωτική μορφή του Λαχειοπώλη τ΄ Ουρανού..."

 Μάνος Χατζιδάκης «Tα σχόλια του Τρίτου»

Δεν υπάρχουν σχόλια: